Σάββατο 29 Αυγούστου 2015

Το κοινό πόρισμα ΚΚΕ-ΕΑΡ που οδήγησε στη συγκυβέρνηση του ΄89 με τη Νέα Δημοκρατία

«Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου- Κοινό πόρισμα ΚΚΕ-ΕΑΡ (Μάρτιος 1989)*

Η ομάδα εργασίας, που συγκροτήθηκε από το ΚΚΕ και την ΕΑΡ μετά από τη συνάντηση Κύρκου – Φλωράκη, σκοπό είχε να διερευνήσει τις δυνατότητες προγραμματικών συγκλί­σεων ανάμεσα στα δύο κόμματα.
Σκίτσο του Στάθη από την Ελευθεροτυπία (10/11/2010)Η ομάδα εργασίας απαρτίζεται από τους Μ. Ανδρουλάκη και Γ. Δραγασάκη από το ΚΚΕ και Γρ. Γιάνναρο και Δ. Παπαδημούλη από την ΕΑΡ. 
Το κείμενο στο οποίο καταλήγει η ομάδα εργασίας, δημοσιεύεται στο «Ριζοσπάστη» μ΄ έναν πρόλογο που ανάμεσα σ΄ άλλα αναφέρει τα εξής:
«Η ομάδα εργασίας πήρε υπ΄ όψιν το ‘σχέδιο για την Αριστερά’ που διατύπωσε η ΕΑΡ και τις ‘Κατευθύνσεις για μια "πολιτική συμφωνία" των δυνάμεων της Αριστεράς και της Προόδου’ που πρότεινε το ΚΚΕ. Οι προσεγγίσεις που επιτεύχθηκαν διατυπώνονται στο κείμενο που ακολουθεί και υποβάλλεται στα αρμόδια όργανα των δυο κομμάτων προκειμένου να γίνουν οι σχετικές πολιτικές εκτιμήσεις» .

Η ΚΑΤΑΛΥΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΣΤΙΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ

(Α) Η μεγάλη, σύγχρονη, συνασπισμένη Αριστερά, που φιλοδοξούμε να οικοδομήσουμε, δεν αποτελεί ευκαιριακή υπόθεση. Είναι στόχος μακράς πνοής. Επιδιώκει να δημιουργήσει έναν συνασπισμό κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων με προοπτική εξουσίας. Να αναδείξει την Αριστερά σε ανερχόμενη, πανίσχυρη δύναμη στην κρίσιμη δεκαετία του ’90, ικανή να εμπνεύσει την πλειοψηφία του ελληνικού λαού και να κερδίσει την εμπιστοσύνη του. Για τον σκοπό αυτόν, καλούνται οι δυνάμεις της Αριστεράς και της προόδου να επεξεργα­στούν ένα ριζοσπαστικό, σύγχρονο, πειστικό πρόγραμμα μιας νέου τύπου ανάπτυξης, που να δίνει άμεση και μακροπρόθεσμη απάντηση στις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας και στα προβλήματα των εργαζομένων.

Η Αριστερά καλείται να αναλάβει το έργο της προετοιμασίας της χώρας στο κατώφλι του 2000, του παραγωγικού και τεχνολογικού εκσυγχρονισμού της, της διαμόρφωσης νέων κοινωνικών σχέσεων, της αναβάθμισης της διεθνούς της θέσης σε συνθήκες πλήρους απασχόλησης, ολοκληρωμένης κοινωνικής πολιτικής, πολιτιστικής ανόδου, οικολογικής προστασίας και δημοκρατικής άνθισης. Διαφορετικά, το έργο της διακυβέρνησης της χώρας θα το αναλάβουν οι δυνάμεις της συντήρησης και του μεγάλου κεφαλαίου με βαρύ τίμημα για την απασχόληση, το εισόδημα και τα δικαιώματα των εργαζομένων, με ένταση της εκμετάλλευσης, της κερδοσκοπίας και παραοικονομίας και με χειροτέρευση της θέσης της στον διεθνή κατακερματισμό εργασίας.

(Β) Το μέλλον για την Αριστερά δεν εξασφαλίζεται χωρίς αποτελεσματικές μάχες και νίκες στο σημερινό δύσκολο παρόν. Χωρίς την καταλυτική παρέμβαση της Αριστεράς στη σημερινή πολιτική, οικονομική, κοινωνική και ηθική κρίση. Χωρίς την ικανότητα της να αναδειχθεί πριν και μετά τις εκλογές, σ’ ένα ισχυρό πόλο συσπείρωσης των ριζοσπαστικών, προοδευτικών και γνήσια δημοκρατικών δυνάμεων της ελληνικής κοινωνίας και να εξασφαλίσει μία ομαλή, δημοκρατική διέξοδο από την κατάσταση που διαμορφώνει η πλήρης χρεωκοπία της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ. Χρεωκοπία που παίρνει διαστάσεις σήψης και απότομης κατάρρευσης, η οποία απειλεί να συμπαρασύρει θεσμούς και να αποσυνθέσει τη δημόσια ζωή.

— Ο συνασπισμός των δυνάμεων της Αριστεράς και της προόδου στις συνθήκες αυτές μπορεί και πρέπει να πάρει μέσα στο λαό τις διαστάσεις ενός πλατιού δημοκρατικού κινήματος για την κάθαρση και την ομαλότητα, για την άμεση προσφυγή στις εκλογές με

απλή αναλογική και ισότιμους όρους διεξαγωγής της εκλογικής αναμέτρησης. Η υποστήρι­ξη της Αριστεράς σ’ αυτές τις εκλογές δεν έχει το νόημα μόνο της υποστήριξης των δυνάμεων του μετασχηματισμού της ελληνικής κοινωνίας. Παίρνει ένα ευρύτερο νόημα δημοκρατικής θωράκισης, εξυγίανσης και εκσυγχρονισμού της δημόσιας ζωής.

— Η μαχητική παρουσία μιας μεγάλης Αριστεράς θα φέρει έναν άνεμο ηθικής αναγέννησης΄της πολιτικής και κοινωνικής ζωής. Σε μια νέα Βουλή η ύπαρξη μιας ισχυρής Αριστεράς, στηριγμένης στο λαό, θα δώσει πραγματικό περιεχόμενο στις διαδικασίες κάθαρσης, εξυγίανσης και δημοκρατικού ελέγχου. Καμιά άλλη πολιτική δύναμη δεν?μπορεί να φέρει σε πέρας αυτό το εθνικής σημασίας καθαρτήριο έργο.

— Η καταλυτική εμφάνιση στο πολιτικό προσκήνιο μιας σύγχρονης και συνασπισμένης Αριστεράς μπορεί να διαλύσει καταστάσεις αδράνειας και παθητικότητας στην κοινωνία. Μπορεί να εμπνεύσει την κινητοποίηση, την πρωτοβουλία και τη συμμετοχή του λαού. Θα αναγεννήσει τις ελπίδες, τις προσδοκίες και τους αγώνες του. Η μεγάλη, συνασπισμένη  Αριστερά δεν πρέπει να μείνει στις κορυφές. Πρέπει να μετατραπεί σε ένα παλλαϊκό κίνημα
δημοκρατικής αντίστασης, μάχης και διεκδίκησης για τη διεύρυνση των κατακτήσεων τωνεργαζομένων. Η αυτονομία των κομμάτων του συνασπισμού, η ιδιαιτερότητα της φυσιο­γνωμίας τους δεν αναιρεί αλλά πρέπει να ενισχύει τη συσπείρωση  μέσα από τηδιαφορετικότητα και να εγγυάται πως ο συνασπισμός θα είναι ανοιχτός σε νέες ιδέες, στα κοινωνικά κινήματα, στον έλεγχο και στην κριτική της κοινωνίας.  »

— Η Αριστερά αποτελεί σήμερα τη μόνη πειστική δύναμη αναχαίτισης και περιορισμού του ρόλου και της δύναμης της Ν. Δημοκρατίας και ευρύτερα της συντηρητικής παράταξης. Η υποστήριξη στο ΠΑΣΟΚ δεν έχει ουσιαστικά αντιδεξιό χαρακτήρα. Το ΠΑΣΟΚ με τη δεξιά πολιτική του, τον αυταρχισμό της ηγεσίας του και την αποσύνθεση του αποτελεί πλέον τον μεγάλο τροφοδότη της συντηρητικής παράταξης. Η Αριστερά μπορεί να δώσει αποτελε­σματικά τη μάχη κατά της συντηρητικής πολιτικής και ιδεολογίας της Ν.Δ., με προγραμμα­ τικές θέσεις, επιχειρήματα, ιδέες και αξίες. Με ταυτόχρονη προσπάθεια ενίσχυσης της δημοκρατικής επικοινωνίας και της κοινής δράσης με τους εργαζόμενους που την ακολουθούν. Με επιδίωξη επίσης συμβολής όλων των κομμάτων του συνταγματικού πλαισίου, μεταξύ αυτών και της Ν.Δ., στην εξασφάλιση ομαλών πολιτικών εξελίξεων. Η μάχη κατά της Ν. Δημοκρατίας και γενικότερα κατά του συντηρητισμού, δεν σημαίνει επιστροφή σε παραδοσιακούς και αφηρημένους διαχωρισμούς, αφορισμούς και στερεότυ­πα άλλων εποχών.

— Η Αριστερά είναι σε θέση να δώσει νικηφόρα την κρίσιμη για την πορεία του τόπου εκλογική αναμέτρηση. Να κατακτήσει μία αποφασιστική δύναμη στη Βουλή και στο λαό. Να λειτουργήσει ως καθοριστική πολιτική δύναμη στη μετεκλογική περίοδο, συσπειρώνοντας και άλλες προοδευτικές δυνάμεις, γεγονός που θα ανοίξει νέες, θετικές προοπτικές στην πολιτική ζωή του τόπου.

Η ενισχυμένη παρουσία των δυνάμεων της Αριστεράς και της προόδου, θα εξασφαλίσει μια πολλαπλή και καθοριστική συνεισφορά τους, ανεξάρτητα από τη συγκεκριμένη λύση που θα δοθεί στο πρόβλημα της κυβερνητικής εξουσίας, με βάση το συσχετισμό των δυνάμεων. Μια ισχυρή Αριστερά μπορεί να αποτελέσει τη μαχητική δύναμη αντιπολίτευσης ενάντια σε κάθε κυβερνητικό σχήμα που θα βασίζεται στο δικομματισμό και στη δεξιά πολιτική, με την οποιαδήποτε παραλλαγή της.

Μια ισχυρή Αριστερά μπορεί να οδηγήσει σε ήττα τον δικομματισμό, να ματαιώσει λύσεις αυτοδυναμίας, να προκαλέσει ριζικές ανακατατάξεις και να συμβάλει ώστε να δημιουργη­θούν οι αναγκαίες προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση κυβερνητικών λύσεων συνεργασίας προοδευτικού προσανατολισμού. Η Αριστερά σε καμμιά περίπτωση δεν θα δεχθεί ν’

αποτελέσει συμπληρωματική δύναμη στήριξης οποιασδήποτε λύσης στα πλαίσια του δικομματισμού και της συντηρητικής πολιτικής. Καμμιά κυβερνητική συνεργασία δεν μπορεί να γίνει με το ΠΑΣΟΚ, με τη σημερινή ηγεσία, πολιτική και νοοτροπία του.

Η κατάχτηση μετεκλογικά μιας ισχυρής Αριστεράς με φερέγγυο και σύγχρονο πρόγραμ­μα και με ένα νέο, αποφασιστικό ρόλο στην πολιτική ζωή, θα αποτελέσει αφετηρία μιας επιθετικής της στρατηγικής που θα στηρίζεται στην πολύμορφη άνοδο της κοινωνικής πρωτοβουλίας για τη συγκρότηση του κοινωνικοπολιτικού συνασπισμού εξουσίας, για την ήττα κάθε συντηρητικού και νεοσυντηρητικού πειράματος, για το κέρδισμα της πλειοψη­φίας του λαού, για την άνοδο του κόσμου της εργασίας και του πολιτισμού στην εξουσία στην κρίσιμη δεκαετία του ’90, που εισέρχεται η χώρα μας και ο κόσμος.

Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΣΕ ΕΝΑ ΚΟΣΜΟ ΠΟΥ ΑΛΛΑΖΕΙ, ΓΙΑ ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ, ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΚΑΙ ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΕΝΗ

Διανύουμε μία περίοδο ραγδαίων αλλαγών και ανακατατάξεων σε όλο τον κόσμο. Ζούμε στην εποχή της τεχνολογικής επανάστασης, της πληροφορικής και της εντεινόμενης διεθνοποίησης όπου τα σύνορα γίνονται πολύ στενά για να χωρέσουν τα προβλήματα των οικονομιών, τις αγωνίες και τους αγώνες των λαών.

Προσεγγίζοντας το κατώφλι του 2000 η αριστερά της πατρίδας μας, όπως και η αριστερά σε όλο τον κόσμο αντιμετωπίζει μία μεγάλη πρόκληση:

Να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την νεοφιλελεύθερη επίθεση που επιδιώκει να αξιοποιήσει τις ανακατατάξεις που προκαλούν οι τεχνολογικές εξελίξεις, εντείνοντας τις κοινωνικές ανισότητες, την εξάρτηση, τον συγκεντρωτισμό και την αδιαφάνεια της εξουσίας.

Να δώσει νέο, σύγχρονο, ελκτικό και ριζοσπαστικό περιεχόμενο και νέο δυναμισμό, στους αγώνες για μια κοινωνία ελευθερίας, δικαιοσύνης και αλληλεγγύης.

Σήμερα η Αριστερά στη Δυτική Ευρώπη μετά από μακρά περίοδο θεωρητικών αναζητή­σεων, πολιτικών πειραματισμών και εκλογικών δυσκολιών, επιχειρεί να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που διαμορφώνουν η επανάσταση των νέων τεχνολογιών, η δομική κρίση και οι αναδιαρθρώσεις του καπιταλισμού, για επιθετικές πρωτοβουλίες που θα έχουν’ σαν στόχους να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της νεοφιλελεύθερης επίθεσης και να προωθή­σουν βαθιές πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές.

Η περεστρόικα και η γκλάσνοστ πραγματοποιούν επαναστατικές αλλαγές στην ΕΣΣΔ και επηρεάζουν καθοριστικά τις παγκόσμιες εξελίξεις. Οι μεταρρυθμίσεις του Γκορμπατσώφ και η «νέα σκέψη» θέτουν υπό ριζική αμφισβήτηση και συχνά ανατρέπουν «αλήθειες» και βεβαιότητες εδραιωμένες για δεκαετίες, υπογραμμίζουν την ανάγκη άρρηκτης σχέσης μεταξύ δημοκρατίας και σοσιαλισμού, συμβάλλουν στην καθιέρωση νέου θετικότερου κλίματος στις διεθνείς σχέσεις προωθούν ριζικές τομές στις σχέσεις του κράτους με την κοινωνία και την οικονομία, της αγοράς με τον προγραμματισμό.

Στην πατρίδα μας, η παταγώδης αποτυχία της πασοκικής εμπειρίας χρεώνει όλες τις δυνάμεις της Αριστεράς και της προόδου με πρόσθετες ευθύνες, καθώς η προοπτική διαμόρφωσης μιας μεγάλης Αριστεράς, σύγχρονης και συνασπισμένης, θερμαίνει τις ελπίδες εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών, δίνει πολιτική διέξοδο και έκφραση σε ευρύτερες προοδευτικές ριζοσπαστικές δυνάμεις της κοινωνίας, ανεξάρτητα από τη μέχρι σήμερα κομματική τους ένταξη.

Ανιχνεύοντας με ρεαλισμό, αλλά και ριζοσπαστική διάθεση το βηματισμό της εποχής μας, αναζητούμε προγραμματικές συγκλίσεις και συμφωνίες ανάμεσα στις δυνάμεις της Αριστεράς, με διαρκή προσπάθεια ανανέωσης του λόγου και των πρακτικών της, με στόχο τη δυναμική ανάπτυξη της επιρροής της, με την διαφορετικότητα που παίρνει η προσπάθεια αυτή στα πλαίσια του κάθε κόμματος.

Η επαναστατική ανανέωση της υπόθεσης του σοσιαλισμού αποτελεί καθήκον όλων των δυνάμεων της Αριστεράς. Στη βάση αυτής της προσπάθειας πρέπει να αναζητηθεί και μπορεί να πραγματοποιηθεί η συνάντηση των διαφορετικών πολιτικών και κοινωνικών ρευμάτων της ευρύτερης Αριστεράς.

Γι’ αυτό και δεν περιοριζόμαστε στην αναγκαία και επιβεβλημένη βελτίωση των σχέσεων και πύκνωση της κοινής ή παράλληλης δράσης των δυνάμεων της Αριστεράς. Ούτε αποσκοπούμε στην ανασύσταση μιας παλιάς ενιαίας οργανωτικής μορφής.

Διδασκόμαστε από το παρελθόν. Ξεκινάμε πατώντας στέρεα στην πραγματικότητα του παρόντος, με τις ελπίδες αλλά και τις δυσκολίες της. Αναζητούμε με,τα μάτια στραμμένα στο μέλλον τους πρωτότυπους δρόμους για την οικοδόμηση σε σταθερή και ανθεκτική βάσης μιας μεγάλης, σύγχρονης και πολυφωνικής Αριστεράς, ικανής να δώσει, μέσα από τη δική της ανασυγκρότηση, ριζοσπαστικές, ρεαλιστικές και σύγχρονες απαντήσεις στα εντεινόμενα προβλήματα. Εργαζόμαστε για μια μεγάλη, σύγχρονη και συνασπισμένη Αριστερά της μάχης και της εξουσίας.

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ

Κεντρικό ζήτημα της αριστερής αντίληψης για την ανάπτυξη και τον κοινωνικό μετασχηματισμό είναι αυτό της ελευθερίας και της πλήρους εφαρμογής της Δημοκρατίας σε κάθε πτυχή της κοινωνίας.

1) Δημοκρατία και Αριστερά είναι αδιαίρετες έννοιες. Η θεμελιακή για την Αριστερά αξία της ελευθερίας, είναι αδιαίρετη με τις αξίες της ισότητας, της ανθρώπινης αλληλεγγύης, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της συλλογικότητας, της πλήρους ανάπτυξης της προσωπικό­τητας του καθενός και της ελεύθερης επιλογής του σ’ όλες τις σφαίρες της ζωής.

Η δημοκρατία είναι και μέσο και σκοπός της πάλης για τον κοινωνικό μετασχηματισμό. Επιδιώκουμε την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής προοπτικής με απόλυτο σεβασμό των δημοκρατικών διαδικασιών. Αγωνιζόμαστε για την προστασία και πλήρη ανάπτυξη των ατομικών και συλλογικών δικαιωμάτων του πολίτη, στηριγμένοι στην πολυφωνία και τον πολυκομματισμό. Για την άνθιση της ελεύθερης έκφρασης και πάλης, χωρίς περιορισμούς, των διαφορετικών κοινωνικών, πολιτικών, πολιτιστικών δυνάμεων και ρευμάτων. Η δημοκρατία για την Αριστερά δεν περιορίζεται στην πλήρη προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών απέναντι στην εξουσία και τις καταχρηστικές μορφές άσκησης της. Τοποθετεί τον κόσμο της εργασίας και του πολιτισμού στην καρδιά της εξουσίας και της διεύθυνσης της παραγωγής. Προσδίνει νέες, πρωτότυπες αυτοδιαχειριστικές διαστάσεις στις ελευθερίες και στα δικαιώματα των εργαζομένων και πολιτών. Κατοχυρώνει πλήρως όλες τις καταχτημένες ελευθερίες και δημιουργεί νέα πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά δικαιώμα­τα. Οικοδομεί νέες μορφές δημοκρατίας και συμμετοχής σ’ όλες τις πτυχές της κοινωνικής ζωής: το σχολείο, την παραγωγή, τις υπηρεσίες, τον τομέα της κουλτούρας, την αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου και την οργάνωση της καθημερινής ζωής.

Η πολύχρονη και πολύμορφη εμπειρία των κινημάτων για το σοσιαλισμό, ιστορική και σημερινή, διεθνώς και στη χώρα μας, μας οδηγεί με απόλυτη σαφήνεια στο συμπέρασμα πως ο αγώνας για τη δημοκρατία, ο αγώνας για το δικαίωμα κάθε λαού να επιλέγει ελεύθερα το δρόμο του, παίρνει οικουμενική διάσταση και αξία. Ο αγώνας Yta τη δημοκρατία δεν είναι ένας δρόμος προς το σοσιαλισμό, αλλά είναι ο δρόμος του σοσιαλισμού. Ο δρόμος για τη διαμόρφωση μιας πιο δίκαιης κοινωνίας, όπου η ανάπτυξη της ελευθερίας του καθενός δεν θα είναι εμπόδιο για την ελευθερία όλων, χωρίς εξουσίες

ή δικαιώματα που πρέπει η μπορεί να εξαιρούνται στο όνομα οποιασδήποτε σκοπιμότητας από τους δημοκρατικούς κανόνες. Με αυτή την σταθερή και αδιαπραγμάτευτη κατευθυ­ντήρια επιλογή, θεωρούμε ότι η ανάδειξη της Αριστεράς στην κυβέρνηση και η παραμονή της σ’ αυτήν προϋποθέτει την εξασφάλιση της ελεύθερα εκφρασμένης θέλησης της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού.

Φιλοδοξία της Αριστεράς είναι να διατυπώσει έναν «καταστατικό χάρτη» των δικαιωμά­των και των ελευθεριών των πολιτών, που θα αποτελέσει την πιο προωθημένη και ριζοσπαστική πρόταση για τον εκδημοκρατισμό της δημόσιας ζωής και της χώρας.

2)   Η Αριστερά δεν θεωρεί καμμιά δημοκρατική κατάκτηση οριστική και δεδομένη. Χρειάζεται διαρκής αγώνας για τη διεύρυνση των υπαρκτών δικαιωμάτων και ελευθεριών,για την περιφρούρηση των ομαλών πολιτικών εξελίξεων και την αναζήτηση δημοκρατικών διεξόδων από κάθε πολιτική και κοινωνική κρίση. Ειδικότερα η Αριστερά σήμερα πρέπει να αντισταθεί στην υποβάθμιση της πολιτικής ζωής, στις απόπειρες των κυβερνώντων να κρατήσουν με κάθε μέσο την εξουσία, να συγκαλύψουν τις βαριές ευθύνες τους και να μετατρέψουν την κρίση και το αδιέξοδο της πολιτικής τους σε κρίση γενικά της πολιτικής και σε φθορά των αξιών της.

Η Αριστερά πρέπει να γίνει φορέας μιας αληθινής ηθικής επανάστασης και αναγέννησης της δημόσιας και κοινωνικής ζωής, επιβάλλοντας θεσμούς διαφάνειας και ελέγχου, εξυψώνοντας το κοινωνικό και πολιτικό κλίμα, αποτρέποντας σχέσεις συναλλαγής των κέντρων λήψης αποφάσεων και των δημοσίων λειτουργών με τα μεγάλα συμφέροντα. Να υπερασπιστεί την πολιτική ως χώρο προγραμμάτων, ιδεών και αξιών, κι όχι ως εργαλείο χειραγώγησης του λαού, οικοδόμησης πελατειακών σχέσεων και μέσον πλουτισμού. Να επιβάλλει στην πολιτική αντιπαλότητα συγκεκριμένο προγραμματικό και ιδεολογικό περιεχόμενο, συνδεδεμένο με το παρόν και το μέλλον της χώρας. Να προβάλει τη δημοκρατία όχι μόνο ως χώρο δικαιωμάτων και διεκδικήσεων, μα και χώρο υποχρεώσεων, υπευθυνότητας και συμμετοχής.

Η Αριστερά απευθύνει μια ανοιχτή και μόνιμη δημοκρατική πρόκληση προς όλες τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου: ελεύθερη και ισότιμη πολυκομματική αντιπαράθεση με την καθιέρωση της απλής αναλογικής, τον εκδημοκρατισμό των μαζικών μέσων ενημέρωσης, την κατάργηση των διακρίσεων και των ρουσφετολογικών μηχανισμών.

3)  Η Αριστερά δεν προβάλλει μόνο μία άλλη πολιτική, αλλά και νέες εναλλακτικές μορφές διακυβέρνησης. Μορφές αντίθετες με τη λογική της ανάθεσης σε μια κυβέρνηση να λύσει τα προβλήματα και να διαχειριστεί τις τύχες της χώρας στο όνομα του λαού, χωρίς τη συμμετοχή του. Το πρόγραμμα της θα συμπυκνώνει τις ώριμες κοινωνικές ανάγκες και αιτήματα των μαζικών αγώνων και κινημάτων, όχι αθροιστικά, αλλά με κριτική, επιστημονι­κή και δημοκρατική σύνθεση και αξιολόγηση τους.

Οι αριστερές εναλλαχτικές μορφές διακυβέρνησης αποκλείουν την ύπαρξη ατύπων, γραφειοκρατικών ή άλλων κέντρων εξουσίας υπεράνω του λαϊκού και κοινοβουλευτικού ελέγχου. Απορρίπτουν τη μυστικοπάθεια και απορρητομανία της εξουσίας και καθιερώ­νουν την πλήρη πληροφόρηση, τη διαφάνεια και το δημόσιο απολογισμό. Κατοχυρώνουν την πλήρη λαϊκή κυριαρχία, συγκεντρώνοντας την εξουσία στους εκλεγμένους αντιπροσω­πευτικούς θεσμούς και αποτρέποντας την ιδιοποίηση της από διοικητικούς και γραφειο­κρατικούς μηχανισμούς. Αρνούνται την κομματικοποίηση της δημόσιας διοίκησης και των δημόσιων οργανισμών και επιχειρήσεων. Η λειτουργία και η τύχη των θεσμών εξουσίας δεν εξαρτιέται από την πορεία και τύχη των προσώπων που την ασκούν. Κανένας θεσμός δεν είναι τόσο ιερός και απαραβίαστος που να μην μπορεί να αντικασταθεί από έναν άλλο πιο δημοκρατικό και πιο ανθρώπινο. Κανένα πρόσωπο που ασκεί δημόσιο αξίωμα δεν είναι ταμπού, ώστε να μην υπόκειται στο δημόσιο έλεγχο και να μην μπορεί να αντικατασταθεί μέσα στους δημοκρατικούς και αξιοκρατικούς κανόνες της ανάδειξης και εναλλαγής.

Συστατικό στοιχείο και μια από τις προϋποθέσεις για την υλοποίηση μιας τόσο προωθημένης δημοκρατικής διακυβέρνησης της Αριστεράς αποτελεί η δημοκρατική ζωή στα ίδια τα κόμματα που θα τη στηρίξουν, ο αποκλεισμός σε αυτά φαινομένων αρχηγισμού, γραφειοκρατίας και διοικητικής απόσπασης από την κοινωνία, ο έμπρακτος σεβασμός τους προς τους δημοκρατικούς θεσμούς, η ασυμβίβαστη αντίθεση τους στη διαμόρφωση δικτύου ρουσφετολογικών και γενικότερα πελατειακών σχέσεων, ο διαχωρισμός τους από τον κρατικό μηχανισμό, η ανάδειξη τους σε ενεργούς παράγοντες της αυτενέργειας και αυτοδιεύθυνοης των μαζών, η διαλεχτική αντιστοιχία τους με τις κοινωνικές δυνάμεις που αντιπροσωπεύουν, ο πλούτος των ιδεών τους και η ικανότητα τους για την κατάκτηση της πρωτοβουλίας στο πνευματικό, πολιτιστικό και ιδεολογικό πεδίο.

4. Συστατικά στοιχεία μιας αριστερής πρότασης για τη δημοκρατία είναι:

— Η αναβάθμιση των λειτουργιών και του ρόλου τη Βουλής και όλων των αντιπροσωπευτι­κών θεσμών.

— Ο εκδημοκρατισμός των ΜΜΕ και η εξασφάλιση πολυφωνικής πληροφόρησης. Η αποφασιστική απόρριψη κάθε κρατικής και κομματικής τους κηδεμονίας.

— Ο εκδημοκρατισμός του κρατικού μηχανισμού του στρατού και των σωμάτων ασφαλείας με την κατάργηση των στεγανών, την καθιέρωση πραγματικού κοινοβουλευτικού και λαϊκού ελέγχου. Η δημοκρατική αναδιοργάνωση και ο εκσυγχρονισμός στη δημόσια διοίκηση που θα πλήξει τη γραφειοκρατία και τον παρασιτισμό,  θα ανεβάσει την
παραγωγικότητα και απόδοση, τη δημοκρατική συμμετοχή και ευθύνη των εργαζομένων σ’ αυτήν.

— Η  δημοκρατική αποκέντρωση του  κράτους  και η  ενδυνάμωση  των  θεσμών της περιφερειακής του συγκρότησης με την ανάδειξη αιρετών και ισχυρών τοπικών και κοινωνικών εξουσιών.

— Ο εκδημοκρατισμός και η ανεξαρτητοποίηση της Δικαιοσύνης από την εκτελεστική εξουσία.  Η ριζική αλλαγή του σωφρονιστικού συστήματος με βάση τις σύγχρονες αντιλήψεις για την ποινή και τη μεταχείρηση των κρατουμένων.

— Η επεξεργασία πρότασης αναθεώρησης του Συντάγματος με στόχους τη διεύρυνση των δικαιωμάτων και ελευθεριών των πολιτών με την εισαγωγή θεσμών που κατοχυρώνουν νέαπολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα.

Βασικοί άξονες μιας τέτοιας πρότασης είναι η αναβάθμιση του αυτόνομου ρόλου της Βουλής, το δικαίωμα των πολιτών να προκαλούν τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος, το δικαίωμα των ΟΤΑ στην ανακατανομή του προϋπολογισμού προς όφελος τους και στο να έχουν δικούς τους πόρους κ.ά., ο πλήρης χωρισμός εκκλησίας και κράτους και η ρητή κατοχύρωση της «λαϊκότητας» του κράτους και της θρησκευτικής ελευθερίας.

— Η υπεράσπιση, κατοχύρωση και διεύρυνση των συλλογικών και ατομικών ελευθεριών των πολιτών. Ιδιαίτερα εκείνων που έχουν διαφορετική από την τρέχουσα θεώρηση του κόσμου, υπό τον απαράβατο όρο της κατοχύρωσης των ελευθεριών των άλλων. Η Αριστερά οφείλει να είναι ο ασυμβίβαστος υποστηρικτής του δικαιώματος κάθε πολίτη να εκφράζε­ται ελεύθερα, να οργανώνεται κομματικά, συνδικαλιστικά, ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο θέλει, να επιλέγει τον τρόπο ζωής που τον αντιπροσωπεύει.

— Η παράλληλη ανάδειξη μορφών άμεσης δημοκρατίας μέσα από τα κοινωνικά κινήματα,παραδοσιακά και νέα, τους θεσμούς της αυτοδιοίκησης και τις μορφές συμμετοχής και αυτοδιαχείρισης.

—Η ανάδειξη των κοινωνικών κινημάτων σε ενεργούς παράγοντες και αυτοτελή υποκείμενα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής και ο σεβασμός της αυτόνομης λειτουργίας και δυναμικής τους από το κράτος, την εργοδοσία και τα κόμματα.

Ξεχωριστή έμφαση αποδίδουμε στον αγώνα για την υπεράσπιση και διαρκή ανάπτυξη των δικαιωμάτων των γυναικών, που οφείλει να είναι ιδιαίτερα έντονος, για την καλλιέργεια αντίστοιχης κοινωνικής συνείδησης.

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε βαθιά κρίση. Η παραγωγή μένει για ολόκληρη δεκαετία στάσιμη, τα ελλείμματα αυξάνονται απειλητικά, ο πληθωρισμός παραμένει σε υψηλά επίπεδα, η ανεργία μεγαλώνει. Η συμμετοχή της χώρας στον διεθνή καταμερισμό εργασίας χειροτερεύει, το βιοτικό επίπεδο του λαού συμπιέζεται, το περιβάλλον υποβαθμί­ζεται. Μεγάλο μέρος του παραγωγικού μας εξοπλισμού δεν μπορεί να αντέξει στο διεθνή ανταγωνισμό. Φτάσαμε σε μια κατάσταση που δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί με ημίμετρα. Χρειάζεται ριζική αναδιοργάνωση της οικονομίας.

Η πολιτική του ΠΑΣΟΚ, και της πρώτης και της δεύτερης τετραετίας, δεν έβγαλε την ελληνική οικονομία από την παραλυτική κατάσταση που την είχε φτάσει η Ν.Δ., στις αρχές της δεκαετίας μας. Τα σταθεροποιητικά μέτρα, ιδιαίτερα, όξυναν τις οικονομικές ανισότη­τες και ανισορροπίες, χειροτέρεψαν την κατάσταση, πέτυχαν μόνο ανακατανομή εισοδη­μάτων σε βάρος των μισθών.

Η νεοφιλελεύθερη πρόταση παντού όπου εφαρμόστηκε μεγάλωσε τις κοινωνικές ανισότητες, αύξησε την ανεργία, προκάλεσε τεράστιο κοινωνικό κόστος. Η απόπειρα να εισαχθεί στην Ελλάδα θα είναι πρακτικά ανεφάρμοστη και πολιτικά και κοινωνικά οδυνηρή.

Στόχοι και κριτήρια

Η ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας, που προτείνουμε, αποβλέπει στον εκσυγ­χρονισμό και την άνοδο των παραγωγικών δυνάμεων και ικανοτήτων της ελληνικής κοινωνίας, τον βαθύ εκδημοκρατισμό της πολιτικής και της κοινωνικής ζωής και των εργασιακών συνθηκών. Είναι αξεχώριστη από την πολιτιστική ανάπτυξη, την υπεράσπιση της λαϊκής κυριαρχίας και την κατοχύρωση της ειρήνης, της εθνικής άμυνας και της εθνικής ανεξαρτησίας μέσα σ’ έναν αλληλοεξαρτώμενο κόσμο. Οι επιμέρους προτάσεις της Αριστεράς πρέπει ν’ αποτελούν οργανικά συστατικά μιας συνολικής διαδικασίας που, αρχίζοντας από τις επείγουσες ανάγκες του σήμερα, πρέπει να έχει σταθερό στόχο της τη ριζική αλλαγή της ελληνικής κοινωνίας, την αναζωογόνηση των δημιουργικών της δυνάμεων, το σοσιαλιστικό της μετασχηματισμό.

Η ανάπτυξη που προτείνουμε έχει ως στόχους της την αύξηση με γρήγορους ρυθμούς της παραγωγής και του νέου κοινωνικού πλούτου, την εξασφάλιση της απασχόλησης και την ικανοποίηση των διευρυνόμενων αναγκών των εργαζομένων, τη βελτίωση της ποιότητας των υπηρεσιών και των προϊόντων που παράγονται, την αναβάθμιση του περιβάλλοντος, την ανακατανομή του εισοδήματος υπέρ των εργαζομένων.    ,

Αυτοί οι καθολικά αναγνωρισμένοι στόχοι μπορούν να υλοποιηθούν μόνο με μια πολιτική που πρωταρχικό κριτήριο της έχει την ικανοποίηση των αναγκών των εργαζομένων, στηρίζεται στον δημοκρατικό προγραμματισμό και στην καλλιέργεια μιας νέας κουλτούρας στους εργαζόμενους, προωθώντας τη δημοκρατία, τη διαφάνεια, την υπεύθυνη συμμετοχή και την πρωτοβουλία των εργαζομένων. Δεν μπορούν να υλοποιηθούν με πολιτική εθνικού απομονωτισμού ή παθητικής παράδοσης στους μηχανισμούς της διεθνούς καπιταλιστικής αγοράς, αλλά μόνο με μία πολιτική που εξασφαλίζει την οικονομική βιωσιμότητα μέσα στη διεθνή οικονομία κατακτώντας επίπεδα αποτελεσματικότητας διεθνώς ανταγωνιστικά. 
Υποστηρίζουμε την προγραμματισμένη αναμόρφωση της οικονομίας και τη διαμόρφωση ενός νέου παραγωγικού προτύπου που θα αντιστοιχεί στις δυνατότητες και τις ανάγκες της χώρας μας και θα εκφράζεται σε μία νέα ανταγωνιστική εξειδίκευση της ελληνικής οικονομίας και στην εξασφάλιση της απασχόλησης του ικανού για εργασία πληθυσμού.

Η Αριστερά πρέπει να κάνει σε πιο αποφασιστικό βαθμό δική της υπόθεση την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών στην πατρίδα μας, με εξασφάλιση και διεύρυνση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, την ανάπτυξη των επιστημών και της έρευνας, της ειρηνικής και παραγωγι­κής αξιοποίησης των αποτελεσμάτων της. Θεωρούμε την κατάκτηση των νέων τεχνολογιών στο επίπεδο της έρευνας, της παραγωγής και της εφαρμογής τους και την ανασυγκρότηση ολόκληρης της οικονομίας πάνω στη νέα τεχνική βάση που διαμορφώνει η επιστημονικοτε-χνική επανάσταση ως ένα από τα πιο κρίσιμα ζητήματα της αναπτυξιακής στρατηγικής για τη χώρα μας στις επόμενες δεκαετίες.

Πρόγραμμα και αγορά

Για να προωθήσουμε την αναδιοργάνωση της οικονομίας, για να επιτύχουμε το μικρότερο κοινωνικό κόστος για τις αναγκαίες αναδιαρθρώσεις, απαιτείται ένα δημοκρατι­κό αναπτυξιακό πρόγραμμα.

Οι δυνάμεις της αγοράς της χώρας μας μόνες τους δεν οδηγούν στην παραγωγική αναβάθμιση, εντείνουν τον αντιπαραγωγικό προσανατολισμό των πόρων, τον παρασιτισμό, την παραοικονομία. Το δημοκρατικό πρόγραμμα που θα διαμορφώνεται με τη συμμετοχή του λαού και των φορέων του δεν θα είναι όργανο κηδεμόνευοης της οικονομίας από το κράτος, αλλά θα είναι δεσμευτικό πριν απ’ όλα για το Ίδιο το κράτος. Θα διαμορφώνει συγκεκριμένα πλαίσια και κατευθύνσεις ανάπτυξης, θα ιεραρχεί τους στόχους και τα μέσα’ πολιτικής.

Συστατικό στοιχείο ενός τέτοιου προγράμματος είναι η ανάπτυξη της επιστημονικής έρευνας, η περιφερειακή ανάπτυξη, η χωροταξία και η πολιτική γης, που θα οριοθετεί τις εναλλακτικές χρήσεις.

Το εθνικό αναπτυξιακό πρόγραμμα πρέπει να ενεργοποιεί τους εσωτερικούς παράγοντες και να εξασφαλίσει τους αναγκαίους μηχανισμούς συμμετοχής στις διαδικασίες της διεθνοποίησης. Θα ενισχύεται από την προώθηση της αποκέντρωσης των διοικητικών και εκτελεστικών εξουσιών του κράτους και την καθιέρωση αυτοδιοίκησης β’ και γ’ βαθμού. Έτσι μόνον μπορεί να ενισχυθεί ο περιφερειακός – τοπικός προγραμματισμός και η ανάπτυξη. Η αγορά θα συνυπάρχει με το πρόγραμμα για τον έλεγχο του. Δεν μπορεί όμως να το υποκαταστήσει.

Φορείς

Η Αριστερά ενδιαφέρεται για την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, των συνεταιρισμών και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των Ίδιων των εργαζόμενων. Μέσα όμως σε νέα πλαίσια που διασφαλίζουν την ένταξη αυτής της επιχειρηματικότητας στην επίτευξη δημοκρατικά καθορισμένων κοινωνικών στόχων.

Βασικός μοχλός για την ανάπτυξη στην Ελλάδα πρέπει να είναι ο δημόσιος τομέας της οικονομίας. Αυτός που υπάρχει σήμερα, λίγο μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη για την οποία μιλάμε. Εκφράζει τον κρατισμό της κυρίαρχης τάξης, είναι δημιούργημα της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ, και η γραφειοκρατική, ρουσφετολογική, αδιαφανής και ελλειμματική λειτουρ­γία του καθρεφτίζει την δική τους πολιτική. Είμαστε, επίσης, κατηγορηματικά αντίθετοι με
την προσπάθεια που γίνεται σήμερα να αξιοποιηθούν αυτά ακριβώς τα προβλήματα για ναδικαιολογηθούν πολιτικές ιδιωτικοποιήσεις.                                                                         

Η λύση, όπως πάντα υποστήριξε η Αριστερά, βρίσκεται στον εκδημοκρατισμό των δημόσιων επιχειρήσεων, την απαλλαγή τους από την κηδεμόνευση της κυβέρνησης, τη διαφάνεια και τον κοινωνικό έλεγχο της λειτουργίας τους, την ευελιξία και την αυτοτέλεια των δημοσίων επιχειρήσεων στα πλαίσια του δημοκρατικού-προγραμματισμού. Μόνον έτσι οι δημόσιες επιχειρήσεις θα γίνουν πραγματικές επιχειρήσεις και πραγματικά δημόσιες. Θα βελτιώσουν την ποιότητα των υπηρεσιών και των προϊόντων τους, θα ανεβάσουν την αποτελεσματικότητα τους και θα μπορέσει συνολικά ο δημόσιος τομέας να παίξει το στρατηγικό ρόλο που του ανήκει και που ειδικά στη χώρα μας είναι αναντικατάστατος.

Απορρίπτουμε κάθε προσπάθεια να χρεωθούν στους ίδιους τους εργαζόμενους φαινόμε­να αδράνειας, παθητικότητας, «δημοσιοϋπαλληλισμού», που καλλιεργεί το Ίδιο το σύστημα και εκμεταλλεύονται πολιτικά οι εκπρόσωποι του.

Η Αριστερά όχι μόνο δεν ταυτίζεται με τέτοιες καταστάσεις και νοοτροπίες, αλλά αντίθετα τις θεωρεί βασικό μηχανισμό πολιτικής χειραγώγησης των εργαζομένων από τις δυνάμεις του δικομματισμού και γι1 αυτό πολεμά τις αιτίες που τις υποθάλπτουν.

Ο ιδιωτικός τομέας της οικονομίας δεν είναι αναγκαίο κακό. Ο ιδιωτικός τομέας της οικονομίας στο πλαίσιο του δημοκρατικού προγραμματισμού πρέπει όχι μόνο να γίνει ανεκτός, αλλά και να λειτουργεί απαλλαγμένος από τις γραφειοκρατικές περιπτύξεις, ελεύθερος να δράσει μέσα σ’ ένα νομοθετικό και θεσμικό πλαίσιο που θα καθορίζει τους βασικούς όρους λειτουργίας του. Υποστηρίζουμε την ανάγκη για διαφανή και σταθερά πλαίσια δράσης του και εφ’ όσον η δράση αυτή υπακούει στα πλαίσια αυτά, και προωθεί τους παραγωγικούς στόχους του προγράμματος της Αριστεράς, θα ενισχυθεί. Ταυτόχρονα, παίρνοντας υπόψη τη φύση του καπιταλισμού γενικά και ειδικά στην Ελλάδα, τον τεράστιο παρασιτισμό, τη φοροδιαφυγή, τις υπερτιμολογήσεις και υποτιμολογήσεις και τις προκλη­τικές για την κοινωνία κερδοσκοπικές πρακτικές, θεωρούμε αναπόφευκτη τη σύγκρουση κάθε πραγματικά αριστερού και εκσυγχρονιστικού προγράμματος με σημαντικά τμήματα του ιδιωτικού καπιταλιστικού τομέα και ιδιαίτερα με αυτά που κατέχουν προνομιακές μονοπωλιακές θέσεις στην οικονομία και τη διαμόρφωση της πολιτικής.

Οικονομική ανάπτυξη και περιβάλλον

Η εκρηκτικότητα του προβλήματος του περιβάλλοντος επιβάλει μια ριζική επανατοποθέ­τηση όλων μας, και πριν απ’ όλα της Αριστεράς σε σχέση με τα κριτήρια της ανάπτυξης και την πρωταρχική θέση που πρέπει να πάρει μέσα σ’ αυτά η εξασφάλιση της οικολογικής ισορροπίας. Επιβάλλεται να απορριφθούν τεχνικιστικές αντιλήψεις για την ανάπτυξη και την αύξηση της παραγωγής που την αποσπούν από τις κοινωνικές επιπτώσεις και προϋποθέσεις της. Για την κοινωνία, η υποβάθμιση του περιβάλλοντος αποτελεί κόστος, ενώ η προστασία του αποτελεί επένδυση.

Επιβάλλεται ακόμα να συνειδητοποιήσουμε ότι η προστασία του περιβάλλοντος δεν εξασφαλίζεται αυτόματα ούτε και σε συνθήκες προγραμματικής ανάπτυξης, παρά μόνον αν αποτελεί αφετηριακό κριτήριο και στόχο της αναπτυξιακής διαδικασίας, μόνιμο μέλημα της κοινωνίας, σταθερό αίτημα και φροντίδα των ίδιων των εργαζομένων. Αυτό αφορά το πρότυπο της ανάπτυξης, την επιλογή των τεχνολογιών, τη χωροθέτηση των οικονομικών δραστηριοτήτων, τον περιφερειακό και πολεοδομικό σχεδιασμό.

Η εναρμόνιση αναπτυξιακών στόχων με τις απαιτήσεις της οικολογικής ισορροπίας, προσκρούει σε πραγματικές αντιθέσεις και συγκρούσεις συμφερόντων και επιδιώξεων. Υπάρχει ανάγκη παραπέρα διερεύνησης και συζήτησης του προβλήματος αυτού με στόχο τη διαμόρφωση ενός κοινά αποδεκτού συστήματος κριτηρίων και δημοκρατικών μέσων για την αντιμετώπιση των αντιθέσεων από μέρους μας. 

Απασχόληση

Η εξασφάλιση της απασχόλησης σήμερα δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο με νέες επενδύσεις και επέκταση του σημερινού παραγωγικού δυναμικού. Απαιτείται εκτεταμένη αναδιάρθρωση της απασχόλησης, επανειδίκευση και εκπαίδευση του εργατικού δυναμι­κού. Οι διαδικασίες αυτές, εφόσον γίνονται μέσω των μηχανισμών της καπιταλιστικής αγοράς, όπως συμβαίνει σήμερα, έχουν βαριές κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις, οδηγούν αναπόφευκτα σε μαζική και χρόνια ανεργία, σε αποειδίκευση και καταστροφή παραγωγικών ικανοτήτων, σε πτώση της κοινωνικής παραγωγικότητας της εργασίας.

Υποστηρίζουμε την προγραμματισμένη αναδιάρθρωση του εργατικού δυναμικού και την προληπτική του επανειδίκευση, στα πλαίσια ενός εθνικού σχεδίου για την διεύρυνση της απασχόλησης και την διασφάλιση των ανέργων.

Η αύξηση της απασχόλησης δεν πρέπει να αναζητείται μόνο στην διεύρυνση της σφαίρας της υλικής παραγωγής. Σημαντική συμβολή στη διεύρυνση της απασχόλησης θα πρέπει να έχουν οι τομείς των υπηρεσιών, ιδιαίτερα σε σύγχρονους, κοινωνικά αναγκαίους και αποδοτικούς τομείς.

Υποστηρίζουμε δραστική μείωση του χρόνου εργασίας, ιδιαίτερα σε συνθήκες εισαγωγής νέων τεχνολογιών και ανόδου της παραγωγικότητας, τη δημοκρατική αναδιοργάνωση του χρόνου και των συνθηκών εργασίας με στόχο αυτή να αποκτά νέο δημιουργικό περιεχόμε­νο και ανώτερη αποτελεσματικότητα, καθώς και η διαμόρφωση προϋποθέσεων για τη δημιουργική αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου.

Θεωρούμε αλληλένδετες διαστάσεις της πολιτικής μας, τόσο την αύξηση, όσο και την ανακατανομή του πλούτου προς όφελος των εργαζόμενων.

Ιδιαίτερα σε συνθήκες πληθωρισμού, μακρόχρονης διάβρωσης της αγοραστικής δύνα­μης των εργατικών εισοδημάτων και αναδιανομής του κοινωνικού πλούτου προς όφελος του μεγάλου κεφαλαίου και των κερδοσκοπικών κυκλωμάτων, θεωρούμε αναγκαία στοιχεία της οικονομικής πολιτικής:

— Την ύπαρξη αποτελεσματικού αμυντικού μηχανισμού που να κατοχυρώνει τα εργατικά και λαϊκά εισοδήματα από τον πληθωρισμό και την άνοδο του κόστους ζωής.

— Την απελευθέρωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων από κρατικούς και εργοδοτι­κούς καταναγκασμούς και περιορισμούς.

— Την εξασφάλιση της συμμετοχής των εργαζομένων στα οφέλη από την άνοδο της παραγωγής και της παραγωγικότητας με τη μορφή αυξημένων εισοδημάτων, νέων θέσεων απασχόλησης, μείωσης του εργάσιμου χρόνου.

Υποστηρίζουμε την κατοχύρωση και αναβάθμιση του κοινωνικού χαρακτήρα της κοινωνικής ασφάλισης, την ενίσχυση των ασφαλιστικών οργανισμών με την αύξηση της κρατικής επιχορήγησης, την ορθολογική αναδιοργάνωση και το διοικητικό εκσυγχρονισμό και εκδημοκρατισμό του, την αποτελεσματική αντιμετώπιση της εισφοροδιαφυγής.

Είμαστε αντίθετοι σε κάθε πολιτική που αναζητά ν’ αντιμετωπίσει την κρίση της κοινωνικής ασφάλισης σε βάρος των εργαζομένων, μέσα από την υπονόμευση των ασφαλιστικών δικαιωμάτων τους και την ενίσχυση των τάσεων ιδιωτικοποίησης του ασφαλιστικού συστήματος.

Οι πόροι

Τεράστιοι πόροι διακινούνται μέσα από παρασιτικά κερδοσκοπικά κυκλώματα που αποτελούν μια αφανή πυραμίδα συμφερόντων που διαπλέκεται με την επίσημη οικονομική και κοινωνική δομή, στηρίζεται από την κρατική εξουσία και την στηρίζει. Γι’ αυτό και το πρόβλημα των πόρων είναι κοινωνικό – πολιτικό. Ο παραγωγικός προσανατολισμός των πόρων και η κοινωνικά ελεγχόμενη αξιοποίηση τους είναι μία διαδικασία ταυτόσημη με την προώθηση των εργαζομένων και της Αριστεράς στα κέντρα των αποφάσεων και της εξουσίας.

Από δω και η στρατηγική σημασία που έχει μια Τραπεζική πολιτική που θα προωθεί την προγραμματισμένη αναδιάρθρωση της οικονομίας, καθώς και ο προϋπολογισμός που διαχειρίζεται τα δημόσια έξοδα και το φορολογικό σύστημα που καθορίζει τα έσοδα αυτά. Η διαφάνεια και ο δημοκρατικός έλεγχος και προγραμματισμός είναι οι αναγκαίοι όροι για ν’ ανοίξει ο δρόμος για μια νέα δημοκρατική και αποτελεσματική διαχείριση του κοινωνικού πλούτου.

Ειδικά για το φορολογικό σύστημα, καθρέφτη σήμερα των τεράστιων κοινωνικών ανισοτήτων και αδικιών, υποστηρίζουμε τη ριζική αναμόρφωση του. Καμμιά εξαίρεση από τα φορολογικά 6άρη, αλλά καθορισμός τους σύμφωνα με τις δυνατότητες του καθενός, με κριτήριο όχι μόνο την κοινωνική δικαιοσύνη, αλλά και τις ανάγκες χρηματοδότησης, και τη θέση του καθένα στην κοινωνία και το ρόλο του στην οικονομία.

Σημαντική εξοικονόμηση πόρων μπορεί να προκύψει από τον αυστηρό έλεγχο των στρατιωτικών δαπανών που είναι υπέρογκες για τη χώρα μας.

Διεθνής Οικονομία

Σε συνθήκες εντεινόμενης διεθνοποίησης της οικονομικής ζωής ένα αριστερό αναπτυ­ξιακό σχέδιο δεν μπορεί να είναι βιώσιμο αν δεν στηρίζεται σε μία διεθνή στρατηγική που να εξασφαλίζει την ανάπτυξη μέσα σ’ ένα αλληλοεξαρτώμενο κόσμο και να διασφαλίζει την εναρμόνιση εθνικών επιδιώξεων με τους διεθνείς περιορισμούς και τις δυνατότητες.

Στα πλαίσια μιας στρατηγικής που είναι ανοιχτή στη δυναμική των διεθνών εξελίξεων και ανακατατάξεων υποστηρίζουμε:

Την εγκαθίδρυση μιας νέας διεθνούς τάξης που να στηρίζεται σ’ ένα καθολικό σύστημα στρατιωτικής και οικονομικής ασφάλειας και στην εμπέδωση στη διεθνή πρακτική νέων αρχών στη βάση της αμοιβαιότητας και της ισοτιμίας.

Μέτρα πολιτικής που θα θωρακίζουν τη χώρα μας απέναντι στην επιθετικότητα,, του διεθνούς πολυεθνικού κεφαλαίου και στην αναζωπύρωση.των τάσεων προστατευτισμού που δυναμώνουν επικίνδυνα. Υποστηρίζουμε διεθνείς προσπάθειες για μια δίκαιη ρύθμιση του προβλήματος του διεθνούς χρέους. Υποστηρίζουμε μια νέα τάση δημοκρατισμού των οργανισμών αυτών και σεβασμού των συμφερόντων των πιο αδύνατων χωρών.

ΓΙΑ ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Η ανεξαρτησία, η ασφάλεια της πατρίδας μας και η ακεραιότητα του εθνικού μας χώρου αποτελούν σταθερούς, μη διαπραγματεύσιμους και αφετηριακούς άξονες της εξωτερικής μας πολιτικής. Για την υπεράσπιση τους δεν αρκούν οι ρητορίες και οι υποτιθέμενοι ευφυείς χειρισμοί. Απαιτείται ολοκληρωμένη στρατηγική αντίληψη, οικονομική ευρωστία και ανάπτυξη, ομαλή λειτουργία των θεσμών, δημοκρατικές και αξιόμαχες ένοπλες δυνάμεις.

Υποστηρίζουμε την ενεργό συμμετοχή της χώρας μας στις προσπάθειες για διεθνή ύφεση, και βαθμιαίο, ισόρροπο αφοπλισμό σε όλα τα επίπεδα. Εργαζόμαστε για τη διαμόρφωση ενός νέου κλίματος στις διεθνείς σχέσεις που να προάγει την παγκόσμια ασφάλεια και να αντιμετωπίζει εποικοδομητικά τα πανανθρώπινα προβλήματα με την ουσιαστική συμμετοχή όλων των χωρών και όχι μόνον των μεγάλων δυνάμεων.

Ο κίνδυνοι για την εδαφική ακεραιότητα της χώρας μας προέρχονται από την Τουρκία, της οποίας οι επεκτατικές βλέψεις οφείλονται σε εγγενείς αιτίες και ενισχύονται από την αμερικανική στρατηγική στην περιοχή μας. Με τους λαούς της Τουρκίας δεν έχουμε διαφορές. Είμαστε αλληλέγγυοι στον αγώνα τους για δημοκρατία και είμαστε αντίθετοι σε κάθε σωβινιστική και ρατσιστική εκδήλωση. 

Είναι δυνατό να υπάρξει διάλογος ώστε να αντιμετωπισθούν τα προβλήματα μεταξύ των δύο χωρών, με βάση τους διεθνείς κανόνες και το μη διαπραγματεύσιμο της εθνικής μας ακεραιότητας. Η μόνη υπαρκτή διαφορά, η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου, μπορεί να διευθετηθεί ειρηνικά σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και τη διεθνή πρακτική. Για το σκοπό αυτό πρέπει να υπάρξει διμερής διάλογος για την παραπομπή του θέματος στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και παράλληλα μέτρα ώστε η χαλάρωση της έντασης ανάμεσα στις δύο χώρες, να καταστεί αμοιβαία επωφελής.

Το Κυπριακό μας αφορά άμεσα, καθώς η μεγάλη πλειοψηφία του Κυπριακού λαού είναι Έλληνες, και η κατοχή τμήματος του ανεξάρτητου Κυπριακού Κράτους αποτελεί σσ,φή εκδήλωση της Τουρκικής επεκτατικότητας. Η Ελλάδα πρέπει να συμβάλει με όλες της τις δυνάμεις για μια Κύπρο ενιαία, ανεξάρτητη, χωρίς ξένους στρατούς, όπου θα μπορούν να συμβιώσουν αρμονικά και οι δύο κοινότητες στο πλαίσιο μιας ομοσπονδίας με κατοχύρωση των «τριών ελευθεριών» (εγκατάστασης, διακίνησης, περιουσίας). Αποφασιστικό βήμα για σταθερή λύση του Κυπριακού θα αποτελέσει η αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων.

Η Ελλάδα συνδέεται με τους λαούς των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου με κοινό πολιτισμό και ιστορία αιώνων και αυτή η διάσταση δεν πρέπει να υποτιμάται. Απαιτείται να αναπτυχθεί η βαλκανική συνεργασία και να αναβαθμιστούν οι οικονομικές και πολιτιστικές σχέσεις με τις άλλες χώρες της χερσονήσου. Είμαστε αντίθετοι στην υπόθαλψη των μειονοτικών προβλημάτων, γιατί υπονομεύουν την ασφάλεια και τελικά την ίδια την ειρήνη στα Βαλκάνια και εξυπηρετούν συμφέροντα τρίτων. Οι μειονότητες δικαιούνται να απολαμβάνουν τα κατοχυρωμένα από διεθνείς συνθήκες δικαιώματα τους.

Η μεσογειακή τέλος διάσταση του ελλαδικού χώρου, επιβάλλει να υπάρξουν πρωτοβου­λίες ώστε ν’ αναπτυχθεί η ευρωπαϊκή πολιτική στη Μεσόγειο. Οι παραδοσιακές σχέσεις φιλίας με τον αραβικό κόσμο και τα κινήματα εθνικής και κοινωνικής απελευθέρωσης που δρουν στην περιοχή πρέπει να ενισχυθούν.

Οι κίνδυνοι που απειλούν την παγκόσμια ειρήνη μπορούν να μειωθούν με την εγρήγορση και την κινητοποίηση των λαών. Καταδικάζουμε την κούρσα των εξοπλισμών, τις προσπάθειες για παγκόσμια κυριαρχία. Απαιτούμε την καταστροφή των πυρηνικών όπλων. Είμαστε κατά των πολεμικών απειλών, της χρήσης βίας στις διεθνείς σχέσεις και καταδικάζουμε τις στρατιωτικές επεμβάσεις απ’ όπου κι αν προέρχονται. Είμαστε αντίθετοι στην εμπλοκή της χώρας σε τοπικούς πολέμους, μέσω της πώλησης όπλων στους εμπόλεμους.

Είμαστε αντίθετοι στην ύπαρξη στρατιωτικών συνασπισμών και αγωνιζόμαστε για την κατάργηση τους. Είμαστε αντίθετοι στο NATO. Η πορεία αποδέσμευσης απ’ αυτό επηρεάζεται αποφασιστικά από τον γενικότερο αγώνα για την ύφεση και την βαθμιαία κατάργηση των στρατιωτικών συνασπισμών.

Είμαστε κατά της παρουσίας των αμερικανικών βάσεων στη χώρα μας και παλεύουμε για την απομάκρυνση τους. Ο στόχος αυτός διευκολύνεται από τον γενικότερο αγώνα για την προώθηση της ύφεσης στην περιοχή και τη βαθμιαία κατάργηση των συνασπισμών.

Η ολοκληρωμένη επεξεργασία μιας εναλλακτικής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής των δυνάμεων της Αριστεράς και της προόδου, η ιεράρχηση των στόχων της, ο υπολογισμός για τη συγκεκριμένη υλοποίηση της μιας σειράς παραγόντων που συνδέονται με τις εσωτερικές εξελίξεις και τις μεταβολές που σημειώνονται στο διεθνές πλαίσιο απαιτούν μια παραπέρα γόνιμη εργασία και συζήτηση από τις αριστερές και προοδευτικές δυνάμεις.

ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΗ

Η Ευρώπη είναι σήμερα το πιο σημαντικό παγκόσμιο σταυροδρόμι, όπου συναντώνται διαφορετικά πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά συστήματα.

Στις σημερινές πραγματικότητες των πυρηνικών εξοπλισμών, της επιστημονικής τεχνο­λογικής επανάστασης, των μεγάλων οικονομικών αναδιαρθρώσεων, της καταστροφής του περιβάλλοντος, οι λαοί της συνδέονται όλο και περισσότερο σαν από μια κοινή μοίρα. Σαν αποτέλεσμα μιας αντικειμενικής γενικής τάσης για αλληλεξάρτηση και διεθνοποίηση της οικονομίας στον σημερινό κόσμο, αναπτύσσονται στην Ευρώπη ποικιλλόμορφες διαδικα­σίες οικονομικής και πολιτικής συνεργασίας και ολοκλήρωσης. Σ’ αυτή την πορεία είναι σημαντικό ΕΟΚ και ΣΟΑ, να αναπτύξουν την συνεργασία τους σε μια σειρά τομείς προς όφελος της παγκόσμιας Ειρήνης και προς το συμφέρον όλων των χωρών και των λαών της Ευρώπης. Ο στόχος «Ευρώπη κοινό σπίτι των λαών», παρά το δρόμο που πρέπει να διανύσουμε για την επίτευξη του, ανταποκρίνεται στους πόθους και τα οράματα των δυνάμεων της εργασίας και της κουλτούρας στην ήπειρο μας.

Η Αριστερά στη χώρα μας, που πάντα πάλευε για ένα κόσμο δίχως σύνορα, στηριγμένο στην αλληλεγγύη των εργαζομένων, δεν πρόκειται να μείνει θεατής της ραγδαίας διεθνοποίησης, απομονωμένη στα εθνικά της σύνορα. Απέναντι στον όλο και πιο στενό διεθνή συντονισμό και στην στρατηγική και τη δράση του κεφαλαίου, απέναντι στις πολυεθνικές που η δράση τους δεν περιορίζεται από κρατικά σύνορα, πρέπει να αντιπαραθέσει τη δική της διεθνιστική αλληλεγγύη, που θα ανταποκρίνεται στις συνθήκες ενός βαθιά αλληλοεξαρτώμενου κόσμου, όπου μια σειρά προβλήματα της εποχής μας μπορούν να λυθούν μόνο μέσα από διεθνείς μηχανισμούς ρύθμισης και όπου ένα αυξανόμενο τμήμα των αποφάσεων λαμβάνεται σε πολυεθνικούς θεσμούς.

Σήμερα χρειάζεται η πλατύτερη δυνατή συνεργασία της Αριστεράς στην Ευρώπη, η επεξεργασία κοινών προγραμματικών στόχων τόσο σε κοινοτικό επίπεδο, όσο και σε ευρύτερο ευρωπαϊκό πλαίσιο, που θα αποτελεί μιαν αριστερή εναλλακτική λύση απέναντι στις νεοφιλελεύθερες και νεοσυντηρητικές επιλογές και τη στρατηγική του πολυεθνικού κεφαλαίου.

Σήμερα που η βαθιά κρίση πλήττει τη θέση και τις προοπτικές της χώρας στο διεθνή καταμερισμό εργασίας κι είναι έκδηλη η ανικανότητα των δυνάμεων του δικομματισμού να απαντήσουν στις διεθνείς προκλήσεις, η Αριστερά πρέπει να αναδειχτεί σε δύναμη ικανή να διαμορφώσει ένα κοινό, αγωνιστικό πλαίσιο πολιτικών και διεκδικήσεων για μία δυναμική και επωφελή συμμετοχή της χώρας μας στον διεθνή καταμερισμό εργασίας.

Τα δύο κόμματα υποστηρίζουν τους παρακάτω κοινούς στόχους και προγραμματικές επιδιώξεις που εντάσσονται στο κοινό όραμα μιας Ευρώπης της Ειρήνης, της συνεργασίας και της αλληλεγγύης των εργαζομένων. Οι στόχοι αυτοί στην ενότητα της συνιστούν μια επιθετική, ενεργητική παρέμβαση της Αριστεράς στην πορεία της ολοκλήρωσης και της διεθνοποίησης.

Τα δύο κόμματα συμφωνούν οτηνανάγκη να συνεχιστεί και να εμπλουτιστεί ο διάλογος για τον χαρακτήρα, το ρόλο, τις επιπτώσεις και τις προοπτικές της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξης, ώστε να αντιμετωπιστούν γόνιμα και εποικοδομητικά οι διαφορετικές απόψεις που υπάρχουν ανάμεσα στις αριστερές δυνάμεις στα ζητήματα αυτά.

Αυτοί οι κοινοί στόχοι είναι:

Πρώτον: Οι αριστερές δυνάμεις μπορούν και πρέπει να επιδράσουν στους προσανατολι­σμούς της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, ώστε αυτή να συμβάλει στην υπόθεση της ειρήνης, του αφοπλισμού και της αμοιβαίας ωφέλιμης διεθνούς συνεργασίας για την παγκόσμια οικολογική προστασία, την εξομάλυνση των σχέσεων «Βορρά – Νότου», την εξεύρεση διεθνών λύσεων στις μεγάλες εστίες έντασης και προστριβών. 

Σε μια εποχή που έγιναν τα πρώτα χειροπιαστά βήματα στην Ύφεση και τον Αφοπλισμό, ύστερα από τις διαπραγματεύσεις ανάμεσα σε ΗΠΑ και ΕΣΣΔ, μια προώθηση ατλαντικών πολιτικών και η στρατιωτικοποιηση της ΕΟΚ, θα αποτελούσε βήμα προς τα πίσω και γι’ αυτό είμαστε αντίθετοι σε μια τέτοια εξέλιξη.

Δεύτερον: Η πορεία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας προς το 1992 χαρακτηρίζεται από μια οξεία αντιπαράθεση: Από τη μία βρίσκονται οι δυνάμεις του μεγάλου κεφαλαίου, οι πολιτικές του νεοσυντηρητισμού που ενδιαφέρονται για τη δημιουργία της Ενιαίας Εσωτερικής Ευρωπαϊκής Αγοράς, σε βάρος των εργαζομένων, σε βάρος των ασθενέστερων χωρών και περιφερειών της Κοινότητας. Από την άλλη βρίσκονται οι δυνάμεις της εργασίας, των κοινωνικών κινημάτων και ένα ευρύ φάσμα πολιτικών δυνάμεων που αντιπαραθέτουν μία εναλλακτική πολιτική για την ΕΟΚ που να εξασφαλίζει τη συνεχή μείωση της απόστασης μεταξύ αναπτυγμένων και λιγότερο αναπτυγμένων χωρών και περιοχών, την ανάπτυξη κοινών πολιτικών και πρωτοβουλιών, ιδιαίτερα όσον αφορά το περιβάλλον και τις νέες τεχνολογίες, την προώθηση «Ενιαίου Κοινωνικού χώρου» με τον σεβασμό των δικαιωμάτων των εργαζομένων, την ισότιμη συνεργασία, τη δυνατότητα προγραμματισμένης αξιοποίησης των εσωτερικών πόρων, τον σεβασμό των ιδιαίτερων αναγκών κάθε χώρας.

Η Αριστερά θα πρέπει να μπει επικεφαλής στους αγώνες που γεννάει η πιο πάνω αντιπαράθεση.

Ειδικά, όσον αφορά τη χώρα μας, με το συγκεκριμένο επίπεδο ανάπτυξης και δομής της οικονομίας της και την πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων η πορεία προς το 1992 θέτει το λαό και τη χώρα μας μπροστά σε κρίσιμες προκλήσεις και προβλήματα. Τα προβλήματα αυτά πρέπει να αντιμετωπιστούν επιθετικά. Όχι με τη μείωση των κατακτήσεων των εργαζομένων, αλλά με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες για την ανασυγκρότηση και τεχνολο­γική ανανέωση του παραγωγικού δυναμικού, την άνοδο της ανταγωνιστικότητας, την ουσιαστική βελτίωση των ικανοτήτων, της δημιουργικής προσφοράς και των δικαιωμάτων του κόσμου της εργασίας. Θα πρέπει εξάλλου να αναζητούμε και τις κατάλληλες συμμαχίες στον κοινοτικό χώρο, προκειμένου να αντιμετωπίσουμε, όσο αυτό είναι δυνατό, από κοινού τα δύσκολα αυτά προβλήματα. Να προωθήσουμε σε εθνικό επίπεδο μέτρα και πολιτικές για να αντιμετωπιστούν Κοινοτικές ρυθμίσεις που δημιουργούν προβλήματα στη χώρα μας.

Τρίτο: Η ανάπτυξη ενός «ενιαίου κοινωνικού χώρου» που να υπερασπίζεται τα δικαιώματα των εργαζομένων από τη νεοσυντηρητική επίθεση, δεν μπορεί για την Αριστερά να αποτελεί μια δευτερεύουσα διάσταση, ένα διορθωτικό μέτρο της ενιαίας εσωτερικής αγοράς. Ο ενιαίος κοινωνικός χώρος πρέπει να βρίσκεται ακριβώς στο επίκεντρο της παρέμβασης στις διαδικασίες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Η μείωση του χρόνου εργασίας, η εξασφάλιση της απασχόλησης, η ισοτιμία της γυναίκας, η εργατική συμμετοχή, η επαγγελματική εκπαίδευση, η προστασία των μεταναστών, η υγεία και ασφάλεια στους χώρους εργασίας, η εναρμόνιση προς τα πάνω της κοινωνικής νομοθεσίας και των κατακτήσεων των εργαζομένων, η διεκδίκηση ενός νέου ποιοτικού επιπέδου ζωής, εργασίας, πολιτισμού δεν αποτελούν απλώς διεκδικητικά αιτήματα των εργαζομένων, αλλά αφορούν μια κοινωνική πολιτική, που μπορεί να υπάρξει μόνο ως αναπόσπαστο τμήμα μιας εναλλακτικής οικονομικής πολιτικής. Η ανάπτυξη του ενιαίου κοινωνικού χώρου μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο όταν υπάρχει ένα πρόγραμμα κοινωνικών μέτρων συγκεκριμένων και με βάση ένα χρονοδιάγραμμα μέχρι το 1992.

Τέταρτο: Στην εποχή μας, τα προβλήματα που σχετίζονται με την αντιμετώπιση και χαλιναγώγηση της γοργής οικολογικής καταστροφής στον πλανήτη μας, παίρνουν δραματικό χαρακτήρα και απαιτούν μια δυναμική διεθνική κινητοποίηση, παράλληλα με τις εθνικές δράσεις. Η οικολογική διάσταση των οικονομικών πολιτικών και η προώθηση ριζοσπαστικών διεθνών πρωτοβουλιών για την υπεράσπιση του περιβάλλοντος σε Κοινοτι­κό και Πανευρωπαϊκό επίπεδο εντάσσονται σήμερα στα θέματα επείγουσας προτεραιότη­τας για την Αριστερά.

Πέμπτο: Η παρέμβαση στα διαρθρωτικά ταμεία της Κοινότητας και η αξιοποίηση των Ολοκληρωμένων Προγραμμάτων απαιτεί—μακριά από μια στενή «ταμειακή αντίληψη» των σχέσεων με την ΕΟΚ— κινητοποίηση της Αριστεράς, των οργάνων της Αυτοδιοίκησης, των συνδικαλιστικών και άλλων φορέων. Πολύ περισσότερο που όλα αυτά τα τελευταία χρόνια, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με την πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας, είτε δεν απορρόφη­σε Κοινοτικά κονδύλια, είτε τα σπατάλησε αντιπαραγωγικά, κρατώντας την Αυτοδιοίκηση στη γωνία και μη έχοντας προωθήσει την Αυτοδιοίκηση Β και Γ βαθμού. Η αριστερά επιδιώκει την αύξηση των πόρων προς τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες της Κοινότητας, την ύπαρξη κριτηρίων που ανταποκρίνονται στις εθνικές ανάγκες, τη δημοκρατική διαφανή διαχείριση τους.

Έκτο: Η Αριστερά διεκδικεί, η ανάπτυξη κοινών πολιτικών της Κοινότητας στην έρευνα, στην τεχνολογική ανάπτυξη, στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις κ.λπ., ν’ αποτελέσει παράγο­ντα οικονομικής και κοινωνικής σύγκλισης, να διευρύνει τις δυνατότητες για ανάπτυξη του εγχώριου δυναμικού, να προωθεί την ισότιμη συνεργασία.

Η μεταρρύθμιση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, πρέπει να εξασφαλίζει σωστά μελετημένες και ανταποκρινόμενες στις ιδιαιτερότητες μας αναδιαρθρώσεις καλλιερ­γειών, ορθολογικό τεχνολογικό εκσυγχρονισμό που θα φέρει μείωση του κόστους παραγωγής, χωρίς καταστροφή του περιβάλλοντος, μια νέα ισόρροπη αντιμετώπιση των μεσογειακών προϊόντων, εισοδηματικές ενισχύσεις των μικρών παραγωγών, ιδιαίτερα του Νότου.

Έβδομο: Η εξέλιξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, με το πέρασμα αρμοδιοτήτων άπό τα εθνικά κοινοβούλια στο Συμβούλιο Υπουργών και με την όλη συγκρότηση της, θέτει επί τάπητος την ανάγκη εκσυγχρονισμού των θεσμών της. Η Αριστερά πρέπει να παρέμβει για τον εκδημοκρατισμό των θεσμών και διαδικασιών της Κοινότητας, ώστε να υπάρχει διαφάνεια, κοινοβουλευτικός και κοινωνικός έλεγχος στη δράση όλων των Κοινοτικών οργάνων, να ενισχυθεί μέσα στην Κοινότητα ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε βάρος των εξουσιών του Συμβουλίου των Υπουργών και των γραφειοκρατικών δομών και να αυξηθεί ο έλεγχος του πάνω στην Επιτροπή. Να δυναμώσει ο ρόλος των εκλεγμένων περιφερειακών οργάνων και όλων των αντιπροσωπευτικών θεσμών (Αυτοδιοίκηση κ.λπ.).

Η διαδικασία του εκδημοκρατισμού συνδέεται με την άνοδο του ρόλου των δημοκρατι­κών κοινωνικών δυνάμεων και κινημάτων και συμβαδίζει με το δικαίωμα κάθε λαού να επιλέγει ελεύθερα τον κοινωνικοπολιτικό δρόμο που επιθυμεί.

Όγδοο: Η συμφωνία ΕΟΚ-ΣΟΑ μπορεί να γίνει ένας ιστορικός σταθμός που θα ανοίξει μια νέα σελίδα στην πορεία της Πανευρωπαϊκής συνεργασίας. Η προώθηση της ολοκλήρωσης της ΕΟΚ δεν πρέπει να αποτελέσει εμπόδιο στην πανευρωπαϊκή συνεργασία ούτε με τις χώρες του ΣΟΑ, ούτε με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης. Ειδικά η συνεργασία της Ευρωπαϊκής Δύσης και Ανατολής μπορεί να προχωρήσει γρήγορα μέσα από πολύμορφες διαδικασίες για τα ερευνητικά προγράμματα, την προστασία του περιβάλλοντος, την ενέργεια, τις μεταφορές και αλλού, ώστε ν’ ανοίξει ο δρόμος για μια «Ευρώπη κοινό σπίτι των λαών της». 

*Το κείμενο αυτό αποτελεί «ένα κείμενο εργασίας» που καταγράφει μία πρώτη προσέγγι­ση απόψεων σε μερικά θέματα – κλειδιά ανάμεσα στα δύο κόμματα. Δεν υποκαθιστά την ανάγκη για μία προγραμματική συμφωνία όλων των δυνάμεων της Αριστεράς και της προόδου, αλλά μπορεί να συμβάλλει σ’ αυτήν.

** Να σημειώσουμε απλώς ότι το εν λόγω πόρισμα οδήγησε στη συγκυβέρνηση του ΚΚΕ και της ΕΑΡ με τη Νέα Δημοκρατία του κ. Κωσταντίνου Μητσοτάκη.